Ο εικονιζόμενος είμαι εγώ ο Μ.Ν. του Ιορδάνη. Είμαι παιδί πρόσφυγα πόντιος από την Τραπεζούντα. Οι γονείς μου ήρθαν το 1923 και εγκαταστάθηκαν στο Καλοχώρι του Νομού Σερρών. Το 1941-42 έπρεπε να εγκαταλείψουμε το χωριό επειδή ήρθαν οι Γερμανοί.
Εκείνα τα χρόνια από τη Θράκη μέχρι τη Ροδόπολη Σερρών το κατείχαν οι Βούλγαροι. Εμείς ήρθαμε προς το Κιλκίς, στο χωριό Δροσάτο. Μια εικόνα θυμάμαι μόνο, γιατί μείναμε μόνο έξι μήνες και μετά από λίγο καιρό επιστρέψαμε στο Καλοχώρι Σερρών.
Όταν οι Γερμανοί έχασαν τον πόλεμο και φεύγανε, εμείς πάλι φύγαμε και πήγαμε σ' ένα χωριό που το έλεγαν Αγία Παρασκευή, περίπου 15 χιλιόμετρα έξω από το Κιλκίς. Αυτό έγινε το 1944-45. Μείναμε πολύ λίγο και μετά γυρίσαμε πάλι στο Καλοχώρι Όταν άρχισε το δεύτερο αντάρτικο το 1946 ήρθαμε σαν ανταρτόπληκτοι εδώ στη Θεσσαλονίκη στο λεγόμενο Καραβάν Σαράι Ήμουν τότε 7-8 χρονών. Πήγαινα σχολείο στο 28ο δημοτικό, κάτω από την Αγίου Δημητρίου στην οδό Φιλίππου.
Είχα φτιάξει μόνος μου ένα κασόνι και μετά το σχολείο πήγαινα και δούλευα σαν λούστρος. Ήταν ένα φτωχό κασελάκι με σανίδια και καρφιά που μου τα έδιναν οι μαραγκοί. Πήγαινα και έπαιρνα και ροκανίδια προσάναμα για να ανάψουμε τη φωτιά.
Άλλες φορές πουλούσα και λαχεία, Λαϊκά πεντάδες. Αυτό το όριζα εγώ. Το καλό ήταν που οι γονείς μου δεν με υποχρέωναν ποτέ να κάνω το λούστρο ή να πουλάω λαχεία. Εγώ κανόνιζα το ωράριο και τα λεφτά. Στο σχολείο όμως έπρεπε να πηγαίνω υποχρεωτικά.
Πάντα όμως έβρισκα το χρόνο να δουλεύω και το παραδάκι που κέρδιζα το έδινα αμέσως στη μάνα μου. Τα λαχεία μου τα έδινε ο Μπάρμπα Γιώργος.
Έδινα ένα πεντακοσάρικο και έπαιρνα 2 μπισκότα και ένα λουκούμι κόκκινο. Θυμάμαι τα πατούσα για να λεπτύνει.
Το 1950 αποκαταστάθηκε η Ειρήνη και έπρεπε να φύγουμε από το Καραβάν Σαράϊ. Πήγαμε στο χωριό και εκεί έβγαλα το δημοτικό. Πήγα στρατιώτης.
Το 1964 πήγα στη Δυτική Γερμανία να εργαστώ. Παντρεύτηκα και δούλεψα σκληρά με τη σύζυγό μου τη Δέσποινα, 9 χρόνια. Γυρίσαμε εδώ στη θεσσαλονίκη και από τότε μένουμε στο Ελευθέριο Κορδελιό.
Τώρα είμαι συνταξιούχος του ΤΕΒΕ. Έχω 3 παιδιά, ένα γιο και δύο κόρες και μας χάρισαν 7 εγγόνια.
Το Λούστρο τον έφτιαξα. Τον γυάλισα και τον έβαψα. Ήταν κάτι που το ποθούσα από τον καιρό εκείνο. Ήταν ένα όνειρο που το είχα χρόνια και το πραγματοποίησα. Αυτό το κιβώτιο θα το εκθέσω έξω από το καφενείο μου για να το βλέπουν όλοι.
Αυτά τα γράφω για τα νέα παιδιά να μάθουν δυο λόγια για το πώς ήταν η ζωή εκείνα τα χρόνια. Χρόνια δύσκολα που δουλεύαμε για να επιβιώσουμε. Τώρα η ζωή έχει πάρα πολλές απαιτήσεις και τα παιδιά δεν μαθαίνουν.
Αυτά είναι μέρος της ζωής μου.
Ευχαριστώ πολύ.
Μ.Ν
* ΥΓ. Αληθινή ιστορία.
Πραγματικά συγκινητική...
ΑπάντησηΔιαγραφή..και πόσες ακόμα παρόμοιες (ή και σκληρότερες) ιστορίες δεν γράφτηκαν ή ακούστηκαν ποτέ...
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο, Νίκο..
Καλησπέρα!
Ανθρώπινη ιστορία, λιτή και σύντομη...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα απο ΝΖ, καλό βράδυ να έχεις...
*Αληθινά συγκινητικό.
ΑπάντησηΔιαγραφήκαληνυχτοσνουποφιλί
δυσκολεύομαι να σχολιάσω ζωές.
ΑπάντησηΔιαγραφήπόσο μάλλον όταν έχουν μια αφοπλιστική ειλικρίνια και σοφία ζωής στις περιγραφές..
η επιβιωση ειναι πανω απ' ολα .
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα πιο απιθανα σεναρια τα γραφει η ζωη...
ΑπάντησηΔιαγραφήΙστορία πολύ όμορφη αλλά πολύ δύσκολη για αυτούς που την έζησαν!
ΑπάντησηΔιαγραφήΈτσι για να μαθαίνουν οι νεότεροι...
Πολυ όμορφη ταχυδρόμεεεεεεε!!!!!!
Πράγματι, συγκινητική ιστορία!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι τώρα κάτι άσχετο: με έψησες ρε μπαγάσα και ψήφισα Βούγια!
Ζωή που θυμίζει πολλές άλλες αντίστοιχες την ίδια περίοδο... και σήμερα τί; Τί έχει αλλάξει τόσο πολύ και γίναμε έτσι;
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλό μήνα βρε